Το WordReference δεν έχει τη δυνατότητα να μεταφράσει αυτή τη φράση, μπορείτε όμως να κάνετε κλικ σε κάθε λέξη για να δείτε τη σημασία της:

chilling effect


Η φράση που αναζητήσατε δεν βρέθηκε.
Η εγγραφή για τον όρο chilling παρατίθεται στη συνέχεια.

Δείτε επίσης: effect
Σε αυτή τη σελίδα: chilling, chill

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
chilling adj figurative (frightening, disturbing)τρομακτικός, ανατριχιαστικός επίθ
 The lack of emotion in the man's eyes was chilling.
 Η έλλειψη συναισθήματος στα μάτια του άνδρα ήταν τρομακτική.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
chill n (coldness)κρύο ουσ ουδ
  (καθομιλουμένη: πιο ήπιο)ψύχρα ουσ θηλ
  (επίσημο, λόγιος)ψύχος ουσ ουδ
 Ian put on a thick scarf to protect against the chill.
 Ο Ίαν φόρεσε ένα χοντρό κασκόλ για να προστατευτεί από το κρύο.
 Αυτή η πρόταση δεν είναι μετάφραση της αγγλικής πρότασης. Το ψύχος στην κορυφή του βουνού ήταν δριμύ.
chill [sth] vtr (food, drink: cool)βάζω κτ να κρυώσει περίφρ
  βάζω κτ στο ψυγείο περίφρ
  (επίσημο)ψύχω ρ μ
 You should chill white wine before serving it.
 Θα πρέπει να βάλετε το άσπρο κρασί να κρυώσει πριν το σερβίρετε.
chill adj (wind: cold)κρύος, ψυχρός επίθ
  παγωμένος μτχ πρκ
 A chill wind rattled the dry leaves on the porch.
 Ένας ψυχρός άνεμος παρέσυρε τα ξεραμένα φύλλα στη βεράντα.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Επιπλέον μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
chill adj slang (person: easy-going) (καθομιλουμένη, μτφ)χαλαρός επίθ
  (αργκό)κουλ επίθ άκλ
 I don't think he'll get angry, he's pretty chill.
chill n (illness: slight cold)κρύωμα, κρυολόγημα ουσ ουδ
 After hiking in the rain, John caught a chill.
chills,
the chills
npl
(cold sensation, shivering)κρυάδες ουσ θηλ πλ
 If you've got chills, you may have the flu.
chills,
the chills
npl
(feeling of fear, unease) (μεταφορικά)ανατριχίλα ουσ θηλ
  αίσθημα φόβου φρ ως ουσ ουδ
  ξαφνικός φόβος επίθ + ουσ ουδ
  ανατριχιάζω ρ αμ
 That horror film gave me the chills.
 I get the chills when I'm alone in this house at night.
chills,
the chills
npl
(feeling moved by [sth](μεταφορικά)ανατριχίλα ουσ θηλ
  ανατριχιάζω ρ αμ
 That beautiful melody always gives me chills.
chill vi slang (calm down, not worry)χαλαρώνω ρ αμ
  (αργκό)κουλάρω ρ αμ
  (αργκό, μεταφορικά)αράζω ρ αμ
 I wish you would just chill; I'll be fine!
chill vi slang (relax) (καθομιλουμένη)αράζω ρ αμ
  χαλαρώνω ρ αμ
 I'm just chilling at home today.
chill with [sb] vi + prep slang (hang out, socialize) (καθομιλουμένη)αράζω ρ αμ
 I'm chilling with the guys at Frankie's Bar today.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Phrasal verbs
chill | chilling
ΑγγλικάΕλληνικά
chill out vi phrasal informal (relax)χαλαρώνω ρ αμ
  (μεταφορικά)αράζω ρ αμ
  (αργκό)τσιλάρω ρ αμ
 I like to chill out in front of the television with a glass of wine and some nibbles.
 My friend was upset and uptight so I told him to chill out.
 Μου αρέσει να χαλαρώνω μπροστά στην τηλεόραση με ένα ποτήρι κρασί και μερικά μεζεδάκια. // Ο φίλος μου ήταν στενοχωρημένος και τσιτωμένος κι έτσι του είπα να χαλαρώσει.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
chilling | chill
ΑγγλικάΕλληνικά
spine-chilling adj figurative (frightening)τρομακτικός επίθ
  (μεταφορικά)ανατριχιαστικός επίθ
 Edgar Allan Poe wrote spine-chilling tales.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση chilling effect στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «chilling effect».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!